Σε αναζήτηση των πεσόντων Μαραθωνομάχων του Ν. Α. Πουλιανού
http://www.aee.gr/
Ήδη από την «Κάθε 1η του Μηνός» Οκτωβρίου 2014, είχε αναφερθεί το ζήτημα των σκελετών των Μαραθωνομάχων (πρβλ. και ειδική παραπομπή). Σ’ ένα αγγλόφωνο ιστοχώρο ευρύτατης επισκεψιμότητας το θέμα πέρασε τα ελληνικά σύνορα, προσλαμβάνοντας διεθνείς πλέον διαστάσεις. Το αντίστοιχο άρθρο, με τίτλο: The quest to recover the fallen soldiers of Marathon, αποτελεί μια αναφορά για πρωτοφανή εγκατάλειψη και υποβάθμιση του πιο γνωστού παγκοσμίως αρχαιολογικού χώρου της Ελλάδας, με στρατιωτικό και συνάμα πολιτικό - δημοκρατικό περιεχόμενο. Αξιοσημείωτη η αντίστοιχη αδιαφορία που επιδεικνύει η ελληνική Πολιτεία, όπως επίσης και η παγκόσμια επιστημονική ή αθλητική κοινότητα. Ύστερα από αίτημα πολλών αναγνωστών η συγκεκριμένη ιστοσελίδα, εκτός από το να έχει παρατεθεί από διάφορους ιστότοπους στην ελληνική γλώσσα, όπως π.χ 6-11-2014 ή επίσης 26-10-2014, αναπαράγεται σήμερα ξανά και εδώ, με ορισμένες επιπλέον νεότερες προσθήκες.
Η μάχη του Μαραθώνα διεξάχθηκε βορειοανατολικά της Αθήνας, το πιθανότερο μεταξύ 11 και 13 Σεπτεμβρίου του 490 π. Χ. (αν όχι κι ένα μήνα νωρίτερα), σε μια παραθαλάσσια πεδιάδα που περιβάλλεται από λόφους. Είναι μια από τις πρώτες καταγεγραμμένες μάχες, η οποία έγινε γνωστή
λίγα μόλις χρόνια αφότου συνέβη, χάρη στον αναγνωρισμένο και ως «Πατέρα της Ιστορίας» Ηρόδοτο από την Αλικαρνασσό (σημερινό Μπόντρουμ - Bodrum).
Οι στρατιώτες που συμμετείχαν στη μάχη ήταν περίπου 10.000 πολίτες από την Αθήνα, συνεπικουρούμενοι εκ μέρους άλλων 1.000 οπλιτών από τις Πλαταιές, μια μικρή πόλη 60 χλμ. βορειοδυτικά της Αθήνας (εντός της Βοιωτίας). Αυτή η δύναμη λέγεται ότι αντιμετώπισε τουλάχιστον 25.000 (κατ’ άλλους 40.000 ή ακόμα και πάνω από 100.000) επίλεκτους επαγγελματίες στρατιώτες, μεταξύ των οποίων και οι γνωστοί «αθάνατοι», που αποβιβάστηκαν στην αμμώδη παραλία του Μαραθώνα μέσα από 300 ή/και 600 πολεμικά πλοία. Συνηθίζεται σήμερα να λέγεται ότι ήταν Πέρσες, ενώ χάριν την ακρίβειας ήταν Μήδοι, οι οποίοι εν κατακλείδι ήταν οι (αιμοβόροι;) επικυρίαρχοι του περσικού λαού. Για αυτό το λόγο στα αρχαία κείμενα αναφέρονται πάντα ως Μήδοι, εξ ου και οι μηδίσαντες (π.χ. Νάξιοι), οι χρυσοφόροι Μήδοι (από την πασίγνωστη επιγραφή του Τύμβου), Δέκα ήταν οι Αθηναίοι στρατηγοί, ένας για κάθε «φυλή», με αρχιστράτηγο τον Καλίμαχο, ενώ ο Αρίμνηστος αναφέρεται (Παυσ. 9.4. 1-2) ως αρχηγός των Πλαταιέων. Έτσι έκαστος διοικούσε περίπου 1000 μαχητές, μεταξύ των οποίων πολέμησαν επίσης οι γνωστοί Αριστείδης και Θεμιστοκλής. Κατά την ημέρα πάντως της μάχης του Μαραθώνα, ο στρατηγός Μιλτιάδης (ενδεχομένως και με παραινέσεις του ιδιοφυούς Θεμιστοκλή ως ως προς την ενδεικνυόμενη στρατηγική), ήταν που είχε την πρωτοκαθεδρία, απέναντι στους φημισμένους Μήδους στρατιωτικούς και πολιτικούς ηγέτες Δάτη και Αρταφέρνη, της μέχρι τότε αήττητης Περσικής Παντοκρατορίας.
Χάρτης που δείχνει τις κύριες κινήσεις των στρατευμάτων κατά τη διάρκεια της μάχης του Μαραθώνα (πηγή Wikipedia).
Για αρκετές δεκαετίες, πριν από αυτή τη μάχη, μια ελληνο-μηδική σύγκρουση ελάμβανε χώρα, που ως αντίποινα εκ μέρους των Μήδων κατέληξε στο Μαραθώνα, για την υποστήριξη που παρείχαν οι Ίωνες Έλληνες προς τους συμπατριώτες τους στην Ιωνία (οι σημερινές παράκτιες περιοχές της Μικράς Ασίας στην Τουρκία), επειδή οι Ίωνες της Ανατολίας είχαν επαναστατήσει ενάντια στη απίθανη βαρβαρότητα των εκτελεστικών οργάνων της Μηδικής Αυτοκρατορίας το 499 π. Χ. Η πολεμική ένταση τροφοδοτήθηκε εξάλλου και από την αντιπαράθεση ανάμεσα στους μοναρχικούς Μήδους και τους δημοκρατικούς Έλληνες, τους οποίους τα αυτοκρατορικά στρατεύματα προσπάθησαν πολλές φορές έκτοτε να καταστρέψουν και να καθυποτάξουν (π.χ. 492 π.Χ.). Η νίκη των ιωνικών πόλεων-κρατών στο Μαραθώνα ενάντια στο μηδικό μεγαθήριο προσέδωσε στους Έλληνες αυτοπεποίθηση στην ικανότητά τους να υπερασπιστούν τον εαυτό τους και πίστη για την επιτέλεση των στόχων τους. Ήταν μια καθοριστική στιγμή για το ρου της ανθρώπινης ιστορίας.
Αξίζει εδώ να επισημανθεί επίσης το γεγονός ότι λόγω των Ελλήνων της Ιωνίας, το όνομα της Ελλάδας στις (κατά σειρά αρχαιότητας) περσικές, εβραϊκές (π.χ. Τορά), αραβικές, τουρκικές κ.ά. ανατολικές γλώσσες ή διαλέκτους είναι Yunanistan (ως παραφθορά της λέξης Ionanistan - Ιωνανιστάν). Εξάλλου η κατάληξη -σταν υποδηλώνει τη χώρα όπως σε Αφγανι-στάν, Καζαχ-στάν, Ουζμπεκι-στάν, Πακι-στάν, Τουρκμενι-στάν, ανάλογο με το -land σε Deutsch-land, Eng-land, Griechen-land, Ice-land ή New Zea-land. Συνεπώς, Ιωνανιστάν είναι η χώρα των Ιώνων και για αυτό το λόγο σε περιοχές που ομιλούνται οι παραπάνω ανατολικές γλώσσες, προσφωνούν τους Έλληνες επίσης Younan, δηλ. Ίωνες. Πρόσφατα μάλιστα (1978) στην Ινδία κάποια φτωχά (ρακένδυτα) παιδιά αγνοούσαν τις λέξεις Greece, Greeks, Hellas ή Hellenes. Έτσι, ο αντίκτυπος της περιφανούς νίκης των Ιώνων επί των πανίσχυρων Μήδων ήταν τόσο μεγάλος, ώστε οι αντίστοιχες εντυπώσεις όχι μόνο απαντώνται σε παλαιότατες πηγές, αλλά και η ονομασία Ιωνανιστάν διασώζεται μέχρι τις μέρες μας.
Το περσικό πεζικό όπως αναπαρίσταται σε τοιχογραφία στο παλάτι του Δαρείου, Σούσα (πηγή Wikipedia).
Ο Μαραθωνομάχος Φειδιππίδης, σύμφωνα με τον πασίγνωστο θρύλο, μετέφερε την είδηση της ελληνικής νίκης στην Αθήνα (ο ίδιος δρομέας μεγάλων αποστάσεων που είχε τρέξει λίγα 24ωρα πριν, φτάνοντας μέσα σε δύο μέρες στη Σπάρτη προς αναζήτηση στρατιωτικής βοήθειας, εξ ου και το αγώνισμα του υπερμαραθωνίου Σπάρταθαλου, των 245,3 χλμ). Ο Φειδιππίδης, αφού συμμετείχε στην πολύωρη μάχη του Μαραθώνα, προπορευοόμενος του υπόλοιπου στρατεύματος, έτρεξε στην Αγορά της Αθήνας, όπου στα γυναικόπαιδα που είχαν μείνει στην πόλη ανακοίνωσε την έκβαση του αγώνα φωνάζοντας «Νενικήκαμεν» (Έχουμε νικήσει!) και αμέσως έπεσε νεκρός από την εξάντληση. Η ιστορία αυτού του μυθικού γεγονότος έγινε τόσο δημοφιλής, ώστε η διοργάνωση του μαραθώνιου δρόμου αποτελεί σήμερα αναπόσπαστο μέρος των αθλημάτων των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων, με τις μεγαλύτερες μάλιστα πόλεις του πλανήτη να πραγματοποιούν τις δικές τους αντίστοιχες ετήσιες εκδηλώσεις.
Ζωγραφική απεικόνιση του δρομέα Φειδιππίδη, τη στιγμή που πληροφορούσε το λαό της Αθήνας για τη ελληνική νίκη, Luc-Olivier Merson, 1869 (πηγή Wikipedia)
Ιστορείται ότι κατά τη μάχη του Μαραθώνα έχασαν τη ζωή τους περίπου 6.400 Μήδοι, ενώ οι Αθηναίοι και οι Πλαταιείς είχαν 192 και 11 θύματα αντίστοιχα. Όπως αναφέρεται από τον ιστορικό Παυσανία, σε παραπλήσια απόσταση από το πεδίο της μάχης βρισκόταν άλλος ένας Τύμβος (ο οποίος δεν έχει βρεθεί ακόμα), όπου επίσης είχε ενταφιαστεί ένας άγνωστος (10δων ή/και 100δων) αριθμός δούλων (δηλ. δουλευτών, εργατών ή υπαλλήλων, προερχόμενων από εσωτερικούς κυρίως μετανάστες). Σημειώνεται επίσης εδώ ότι όσοι εκ των υπόλοιπων δούλων είχαν συμμετάσχει στη μάχη μαζί με τους Αθηναίους, αποκτούσαν την ελευθερία τους, δηλ. πρόσβαση στα πολιτικά δικαιώματα και την ισότιμη συμμετοχή στα κοινά, καθότι από τότε υπήρχε νόμος στην Αθήνα πως οιοσδήποτε δούλος ή μέτοικος συμμετείχε σε μάχη υπέρ της αττικής πόλης γινόταν αυτόματα Αθηναίος πολίτης. Όταν το ελληνικό στράτευμα μετέβη τη ίδια ημέρα εσπευσμένα (σε λίγες ~5-6 ώρες) στο Φάληρο μετά από 7ωρη μάχη προς αντιμετώπιση των προς τα εκεί πλεόντων Μήδων, στο πεδίο της μάχης έμεινε προς φύλαξη των αιχμαλώτων και πλουσιότατων λάφυρων ο 60ετής στρατηγός Αριστείδης ο δίκαιος, πιθανόν λόγω της ξακουστής του τιμιότητας, αλλά ίσως κι επειδή πολέμησε στο κέντρο της παράταξης με τη μεγαλύτερη κόπωση ή/και για άλλους λόγους, όπως π.χ. το να μείνουν στο Μαραθώνα οι μεγαλύτεροι στην ηλικία μαχητές.
Την ημέρα εκείνη μαζί με τους υπόλοιπους Μαραθωνομάχους σκοτώθηκε κατά τη σύγκρουση ο αρχιστράτηγος των ελληνικών δυνάμεων Καλλίμαχος, καθώς και ο στρατηγός Στησίλεως. Ένας άλλος νεκρός ήταν ο Κυναίγειρος, αδελφός του διάσημου τραγικού ποιητή Αισχύλου, ο οποίος επίσης πολέμησε στη μάχη, αλλά επέζησε, ενώ από την επιγραφή στον τάφο του συμπεραίνεται ότι η συμμετοχή του στη μάχη του Μαραθώνα είχε για τον ίδιο μεγαλύτερη σημασία ακόμα και από τα αιώνια καλλιτεχνικά του επιτεύγματα. Έτερος αδελφός του Αισχύλου, ο τριήραρχος Αμεινίας, επίσης μεγαλούργησε αργότερα στη ναυμαχία της Σαλαμίνας το 480 π. Χ, για την οποία ήδη από τον Μαραθώνα, 10 χρόνια πριν ο Θεμιστοκλής πρόβλεψε την επάνοδο των Περσών και ήταν αυτός που ουσιαστικά μερίμνησε για την επιτυχή αντιμετώπισή τους, καθότι υποστήριζε ότι μόνο η δημιουργία μεγάλου στόλου θα μπορούσε να εξουδετερώσει τους Μήδους. Με αυτή την επιχειρηματολογία αντέκρουσε τον Αριστείδη που αντίθετα υποστήριζε τη δημιουργία μεγάλου στρατού. Αυτό ήταν το βασικότερο αντικείμενο της διαμάχης που τελικά οδήγησε στη γνωστή εξορία του Αριστείδη.
Ύστερα από 2,5 χιλιετίες, ο Τύμβος που περιείχε τα σκελετικά κατάλοιπα των Αθηναίων στρατιωτών ερευνήθηκε το 1890 από τον αρχαιολόγο Βαλέριο Ν. Στάη. Ανάμεσα στους ανασκαφείς της εποχής αναφέρεται και κάποια λαίδη Έλγιν (μάλλον απόγονος του διαβόητου λόρδου). Μερικά πάντως από τα λείψανα των Μαραθωνομάχων κατέληξαν σε διάφορες συλλογές, όπως σε Μουσείο στον Καναδά ύστερα από δημοπρασία του 1926, ενώ άλλα από τα ιερά οστά επαίσχυντα παρατήθηκαν σε ένα παραπλήσιο χωράφι, εκεί όπου σήμερα διατηρείται (;) ένα κτίσμα, προς τη μεριά που υπήρχε ένα Δημοτικό σχολείο το οποίο λειτουργούσε μέχρι το 1967/8 (εντός της σημερινής περίφραξης, λίγο δυτικότερα κι ανάμεσα στο εντευκτήριο και τον Τύμβο). Ανασκαφές για τις οποίες ομιλούν σήμερα οι μεγαλύτεροι σε ηλικία κάτοικοι της περιοχής φαίνεται ότι έγιναν και από Γερμανούς επί Κατοχής 1941-1944 (κατά τη διάρκεια μάλιστα της οποίας λέγεται ότι το ύψος του Τύμβου διπλασιάστηκε με χώματα από παρακείμενο ρέμα), αλλά και επί επταετίας. Σχετικά, οψόμεθα νεότερων και λεπτομερέστερων αποκαλύψεων. Αξίζει επίσης να αναφερθεί ότι προηγουμένως, επί Τουρκοκτατίας, υπήρξε επίσης ένας αρχαιολάτρης Τούρκος τοποτηρητής που είχε προστατέψει τον Τύμβο.
Κατά τη διάρκεια της χούντας από τον εκλιπόντα αρχαιολόγο και ακαδημαϊκό Σπυρίδωνα Ν. Μαρινάτο κοντά στον Μαραθώνα ανασκάφηκαν στη θέση Τσέπι, δεκάδες μεσοελλαδικοί (2000-1600 π.Χ.) τάφοι, ενώ λίγο πιο πέρα στη θέση Βρανά εντοπίστηκε ένας άλλος Τύμβος που αποδόθηκε στους Πλαταιείς Μαραθωνομάχους. Επειδή ο Σ. Μαρινάτος ήταν ένθερμος υποστηρικτής των δικτατορικών καθεστώτων (είχε γίνει Γενικός Διευθυντής Αρχαιοτήτων επί Μεταξά και Παπαδόπουλου, ενώ 22 Απριλίου 1967, όπως και 2 Μαΐου 1968 είχε εξυμνήσει την 21η Απριλίου), ό,τι ανθρώπινο σκελετικό υλικό έβρισκε, το απέστελλε για μελέτες στον φίλο του Γερμανό ανθρωπολόγο (και αξιωματικό των SS), Εμίλιο Μπράιτιγκερ, ο οποίος μεταπολεμικά είχε καταφύγει στη Βιέννη και συχνά επισκεπτόταν την Ελλάδα ακόμα και μετά το θάνατο του Μαρινάτου. Πέραν των σκελετών από το Τσέπι, σαν παρόμοιες περιπτώσεις «εξαγωγής» μπορούν να μνημονευθούν διάφοροι σκελετοί από τη Μεσσηνία, το κρανίο του Μικροκέφαλου από τα ανάκτορα Ζάκρου κ.α.
Επί επταετίας ο Δρ ανθρωπολογίας Άρης Ν. Πουλιανός, μάλλον λόγω των σπουδών του στη Μόσχα, παρέμεινε όχι μόνο άνεργος για 9 ολόκληρα χρόνια, αλλά δεν του επιτρεπόταν πουθενά η μελέτη αρχαίων ανθρώπινων οστών στην Ελλάδα. Ως εξαίρεση μπορεί να αναφερθεί ο Ιούλιος του 1971, που στα «κρυφά» κατόρθωσε να μελετήσει μερικώς τους υστεροελλαδικούς ανθρώπινους σκελετούς από τα Νιχώρια Μεσσηνίας και τους νεολιθικούς σκελετούς από το σπήλαιο Διρού Μάνης, χάρη στους αρχαιολόγους Γουίλιαμ Α. Μακντόναλντ και Γιώργο Α. Παπαθανασόπουλο. Φαίνεται όμως ότι η χουντική νοοτροπία έχει καθιερωθεί (ριζώσει) και υιοθετημένη διαιωνίζεται μέχρι τις μέρες μας. Το γεγονός αυτό καταφαίνεται από την αντίστοιχηαγανάκτηση της ΑΕΕ στην Κάθε 1η του μηνός της 1-4-2015.
Προκειμένου λοιπόν να αποφευχθεί η «φυγάδευση» των πεσόντων επίσης Πλαταιέων, ο Άρης Ν. Πουλιανός προσέφυγε στις ελληνικές εφημερίδες 22 Ιουνίου (πρβλ. και 29 Ιουνίου) 1972, αλλά και πιο πρόσφατα για την αναζήτηση, με σκοπό τη διάσωση των Μαραθωνομάχων, με επιστολή της 22-9-2014 προς το Δήμο Μαραθώνα. Σύμφωνα με ακόμα νεότερες πληροφορίες, οι νεκροί Πλαταιείς μάλλον γλίτωσαν και δεν «ταξίδεψαν» στην Κεντρική Ευρώπη, όπου όμως τίς οίδε πόσα παλαιοανθρωπολογικά κατάλοιπα παραχωρούνταν επί 10ετίες από τον τ. Γενικό ή/κ.ά. στον επίσης προ ολίγων ετών θανόντα Γερμανό επιστήμονα ή/κ.ά. Σήμερα άραγε πού να βρίσκονται οι σκελετοί από τους διάφορους αρχαιοελληνικούς τόπους, αφού π.χ. άλλοι έχουν εντοπιστεί από τους κληρονόμους του Μπράιτινγκερ στην οικία του στη Βιέννη κι άλλοι στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας της ίδιας πόλης και με δεδομένο ότι η ελληνική Αρχαιολογική Υπηρεσία της μεταπολίτευσης ουδέποτε προέβη σε επίσημη αναζήτησή τους;
Θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθεί εδώ πως σε πρόσφατη εκπομπή (το απόγευμα της 15-11-2014) στη Βουλή - TV, ο καθηγητής Παν/μίου κ. Πέτρος Γ. Θέμελης, ο οποίος εκτός από έφορος Δελφών και πρώτος προϊστάμενος της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας - Σπηλαιολογίας το 1977/8, υπήρξε επίσης επιμελητής του Μαρινάτου. Πάνω από όλα όμως είναι γνωστός από τις έρευνες της αρχαίας Μεσσήνης και των εργασιών αποκατάστασής της. Ο Θέμελης λοιπόν αμφισβήτησε ότι ο Τύμβος Βρανά ανήκε στους Πλαταιείς, λέγοντας πως οι σωροί τους πρέπει να κάηκαν μαζί με των υπόλοιπων Αθηναίων. Τότε όμως γεννάται το ερώτημα γιατί σε μουσείο του Καναδά αναφέρεται ανάμεσα στα εκθέματα η ύπαρξη κράνους με το κρανίο Μαραθωνομάχου; Όπως και να είναι, η επισταμένη διερεύνηση των γεγονότων πρέπει να προχωρήσει οπωσδήποτε σε βάθος και μάλιστα τάχιστα, όσο ακόμα ζούνε κάποιοι που γνωρίζουν αρκετά από όσα έχουν συμβεί.
Σύμφωνα με την προσωπική άποψη του συντάκτη του παρόντος, το επαγγελματικό καθήκον πρέπει να υπερισχύσει και να ληφθούν μέτρα ώστε να διορθωθεί αυτή η κατάσταση. Έτσι, αφού άλλα υπολείμματα διασωθούν κι άλλα όσο το δυνατόν περισσότερων πολεμιστών του Μαραθώνα επιστρέψουν, να εναποτεθούν με σεβασμό (και τιμές) στον πεδίο όπου έχασαν τη ζωή τους κατά την υπεράσπιση της Αθήνας και της Δημοκρατίας, όχι όπως είναι σήμερα γνωστές οι διάφορες εκδοχές της (π.χ. βασιλευομένη ή προεδρική), αλλά όπως αυτή μας παραδίδεται από το βιβλίο του Αριστοτέλη: Αθηναίων Πολιτεία. Για την επιτυχία ενός παρόμοιου εγχειρήματος, δύο ή τρεις προσωπικότητες από οργανισμούς ή φορείς κάθε γεωγραφικής περιοχής (από κάθε Ήπειρο) είναι αναγκαίο να αναλάβουν δράση για την αντιμετώπιση αυτού του σημαντικού ζητήματος, κάνοντας κατ’ αρχάς ένα βήμα προς τα εμπρός, ώστε μακροπρόθεσμα να συμβάλουν στην αίσια έκβασή του, δημιουργώντας ταυτόχρονα μια διεθνή επιτροπή, ενδεχομένως υπό τη σκέπη της UNESCO, ενιαύσιας ή το πολύ διετούς θητείας με κρυστάλλινα διαφανή δράση. Η συμμετοχή επίσης ενός Έλληνα (αυτοεξαιρούμενου του γράφπντα) θα προσέδιδε περισσότερη αυθεντικότητα σε μια παρόμοια επιτροπή.
Ο Μαραθώνας αποτελεί πηγή έμπνευσης για τους Έλληνες (μαζί και για όλους τους ανθρώπους). Είναι ένα σύμβολο της δημοκρατίας (και της ελευθερίας) που με την ιστορία του μας διδάσκειτη σημασία των συγκεκριμένων αξιών (όχι μόνο) για τη χώρα μας (αλλά και όλο τον κόσμο). Κάρολος Παπούλιας, Πρόεδρος της Ελλάδας (πηγή visitmarathon.gr) .
Σημείωση Α: Η διαδρομή που έτρεξε ο Φειδιππίδης από τον Μαραθώνα στην αρχαία Αγορά της Αθήνας, το πιθανότερο περνούσε από τον σημερινό Διόνυσο (κοντά από το αρχαίο ιερό του Διονύσου, ενώ ίχνη από τα μονοπάτια που είχαν χρησιμοποιηθεί πρέπει ακόμα να διασώζονται). Αλλά και το αθηναϊκό στράτευμα μάλλον το ίδιο πέρασμα χρησιμοποίησε. Μεταξύ άλλων, σε αυτό συνηγορεί το γεγονός ότι η συγκεκριμένη διαδρομή είναι κατά περίπου 7 χλμ συντομότερη από εκείνη που περνάει ασφαλτοστρωμένη δίπλα από τα Σπάτα. Όταν το 1896 έγιναν στην Αθήνα οι πρώτοι σύγχρονοι Ολυμπιακοί Αγώνες, η αντίστοιχη απόσταση είχε καθοριστεί στα 40.000 μ. Σύμφωνα με τον ιστότοπο http://www.athensmarathon.com/marathon/history.php η διαδρομή αυτή επιμηκύνθηκε κατά 2,2 χλμ. στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου το 1908 για το χατίρι του βρετανικού βασιλικού οίκου. Ο ίδιος ιστότοπος παραπέμπει επίσης σε εκτενήπεριγραφή του ελληνοπερσικού πολέμου αγγλιστί, εκ μέρους του καθηγητή στο Παν/μιο της Καλιφόρνια Θεόδωρο Π. Πέρρο (Theodore P. Perros). Από τα προαναφερόμενα λοιπόν συνάγεται ότι ο Μαραθώνιος δρόμος έχει επιμηκυνθεί, κατά 2 έως 10 χλμ., ανεξάρτητα από το ότι στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1924 στο Παρίσι καθιερώθηκε η απόσταση των 42,195 χλμ. που αντιστοιχεί σε 26 μίλια και 385 γιάρδες, που με τη σειρά του συμπίπτει με τη διαδρομή από τον Δήμο του Μαραθώνα (ο οποίος βρίσκεται περί τα 5 χλμ. βορειότερα του Τύμβου και της μάχης) μέσω της λεωφόρου Μαραθώνα, της λεωφόρου Μεσογείων έως το Καλλιμάρμαρο Στάδιο.
Με βάση τα ανωτέρω, το ολυμπιακό αγώνισμα καταφανώς χρειάζεται να αναπροσδιοριστεί ως προς το μήκος της διαδρομής του, κάτι που είναι αναγκαίο να γίνει και επίσημα αποδεκτό από μια επόμενη ολυμπιακή επιτροπή. Κατά συνέπεια, η ονομασία «αυθεντικός» είναι άστοχη, ενώ σαν καταλληλότερη πρέπει να θεωρείται εκείνη που είχε επί χρόνια επικρατήσει: Ο Κλασσικός Μαραθώνιος της Αθήνας (Athens Classic Marathon), που όπως και κάθε άλλος Μαραθώνιος του πλανήτη (του Γιοχάνεσμπουργκ, της Ιστάνμπουλ - είς τάν πόλη - Konstantiniyye - Κων/νούπολη, της Μελβούρνης, του Πεκίνου, του Σαντιάγκο ή του Σικάγου), πρέπει να προσδιορίζεται αφενός από την ίδια απόσταση μαζί με το έτος διεξαγωγής και αφετέρου από τη διαφορετική πόλη τέλεσής του. Έτσι μολονότι μετά τη μάχη, η διαδρομή από τον Μαραθώνα προς την Αθήνα είναι αυτή που εξ αιτίας της τελείται το αγώνισμα διεθνώς, υπάρχουν επίσης και άνθρωποι σε άλλα μέρη του κόσμου που δεν διαθέτουν τα οικονομικά μέσα μετάβασης για να τρέξουν στην Ελλάδα, έχοντας παρόλα αυτά κάθε δικαίωμα να τιμήσουν στον τόπο τους, με τη συμμετοχή τους, την πρώτη τεράστια νίκη της Δημοκρατίας. Κατ’ αυτό εξάλλου τον τρόπο οι ισόθεοι μαραθωνομάχοι θα συνεχίσουν να τιμώνται στο διηνεκές από όλο τον κόσμο.
Σημείωση Β: Όπως για κάθε σημαντικό σημείο όπου αποδίδονται τιμές (π.χ. τα μνημεία του άγνωστου στρατιώτη που υπάρχουν σε κάθε χώρα), έτσι και εκατέρωθεν του Τύμβου του Μαραθώνα, ίσως δίπλα από εκεί που παλαιότερα υπήρχε μια μαρμάρινη σκάλα, μπορεί να τοποθετηθεί μια τιμητική φρουρά, ενδεχομένως ακόμα και του ΟΗΕ