“Η ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ”
ἡ ἵδρυση δηλαδή μιᾶς μεγάλης βιβλιοθήκης συγκρίσιμης μέ ἐκείνη τοῦ Λυκείου τοῦ Ἀριστοτέλους, συμπληρώνοντας κατ’ αὐτόν τόν τρόπο τίς προσδοκίες τῆς αὐτοκρατορίας τοῦ Ἀλεξάνδρου στήν ἀναζήτηση καί κατάκτηση τῆς παγκόσμιας γνώσης. Δυστυχῶς, ἡ βιβλιοθήκη αὐτή καταστράφηκε ἀπό τή μεγάλη πυρκαγιά τοῦ λιμανιοῦ πρίν ἀπό 2000 περίπου χρόνια.
Ἡ Αἰγυπτιακή κυβέρνηση σέ συνεργασία μέ τήν UNESCO, ἀποφάσισε νά χτίσει στήν Ἀλεξάνδρεια μία νέα βιβλιοθήκη γιά νά προικίσει αὐτή τήν περιοχή τοῦ κόσμου μ’ ἕνα σημαντικό πνευματικό, ἐπιστημονικό καί παιδαγωγικό πόλο ἕλξεως.
Κείμενα τῆς ἔκδοσης γιά τή Βιβλιοθήκη τῆς Ἀλεξάνδρειας
ὑπό τῶν “Φίλων τῆς Βιβλιοθήκης τῆς Ἀλεξάνδρειας Ἑλλάδος”
ὑπό τοῦ κ. Εὐάγγελου Μουτσόπουλου
Μέλους τῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν
Προέδρου Ἐπιστημονικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Συμβουλίου
τῶν “Φίλων τῆς Βιβλιοθήκης τῆς Ἀλεξάνδρειας”.
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Ἡ Διοίκηση καί τά Μέλη τῶν “Φίλων τῆς Βιβλιοθήκης τῆς Ἀλεξάνδρειας” ἀπεφάσισαν τήν ἐνημερωτική αὐτή ἔκδοση, πού συνδέει διαχρονικά τούς πολιτισμούς δυό μεγάλων καί φίλων χωρῶν τῆς Αἰγύπτου καί τῆς Ἑλλάδος. Μέσῳ τῆς Βιβλιοθήκης τῆς Ἀλεξάνδρειας οἱ δυό χῶρες συνδέουν παγκόσμια τούς λαούς μέ τίς ἐπιστῆμες, τά γράμματα καί τίς Τέχνες. Στίς ἀρχές τοῦ 21ου αἰώνα τό ὅραμα γιά τήν ἀναβίωση τῆς Βιβλιοθήκης τῆς Ἀλεξάνδρειας γίνεται ὁριστικά πραγματικότητα χάρις στά πολιτιστικά σχέδια τῆς UNESCO. Μετά ἀπό 2000 περίπου χρόνια ἀπό τήν καταστροφή τῆς Βιβλιοθήκης τῆς Ἀλεξάνδρειας κατά τήν πυρκαγιά τοῦ λιμανιοῦ τό 2000, ἡ Βιβλιοθήκη ἀναγεννᾶται ἀπό τήν τέφρα της. Τό παγκόσμιο αὐτό γεγονός ἔρχεται νά ἐπαληθεύσει ὅτι ἡ μεγάλη ἰδέα πού ὁδήγησε στήν ἵδρυση τῆς Βιβλιοθήκης τῆς Ἀλεξάνδρειας ὑπέφωσκε καί ὁδήγησε τή σύγχρονη ἀνθρωπότητα στήν ἐπαναβίωσή της.Ἡ Βιβλιοθήκη τῆς Ἀλεξάνδρειας παραδίδεται ἐντός ὀλίγου πρός λειτουργία προκειμένου νά συναντήσει τήν σύγχρονη παγκόσμια γνώση μέ τή γραμματεία τῶν χρόνων τοῦ μεγάλου Ἀλεξάνδρου, σέ μία χρονική περίοδο κατά τήν ὁποία ἡ ἐπιστήμη καλεῖται νά ἰσορροπήσει τήν τεχνολογία τῆς ἀνάπτυξης πρός τά ἀνθρώπινα ἰδεώδη.Ἡ Ἑλλάδα παραμένει ἀμετακίνητη ἀπό τήν ἱστορία καί τίς παραδόσεις της. Καί ἡ ἔκδοση αὐτή ἀποδεικνύει “τοῦ λόγου τό ἀληθές” καί ἀποβλέπει ἀκριβῶς στή συμμετοχή καί τήν παρουσία τῆς χώρας μας, σέ ὅλα τά στάδια πού ὁδηγοῦν σύντομα στά ἐγκαίνια τῆς νέας Μεγάλης Βιβλιοθήκης τῆς Ἀλεξάνδρειας.
Βασίλειος Κόκκινος, Πρόεδρος, Ἰωάννης Ν. Παπαμιχαλάκης Γενικός Γραμματέας
Η ΝΕΑ ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΝΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
Ἡ ἀνασύσταση τῆς Ἀλεξανδρινῆς Βιβλιοθήκης ὑπό τήν αἰγίδα τῆς UNESCO καί ἡ ἐπικείμενη λειτουργία της, τό ἔτος 2000, ἦταν φυσικό νά χαιρετιστοῦν μέ ἐνθουσιασμόν ἀπό τούς ἀνθρώπους ὅλου τοῦ κόσμου, ὄχι μόνον, ἐπειδή ὑπενθυμίζουν τό κλέος τῆς πρώτης ἐκείνης ἱστορικῆς συναγωγῆς τῆς ἀνθρώπινης γνώσεως, πού εἶχε ὡς συνέπειαν τή διάσωση τοῦ ἑλληνικοῦ καί, γενικώτερα,τοῦ κλασικοῦ πολιτισμοῦ, ἀλλά καί ἐπειδή διαιωνίζουν, ἔστω καί ὑπό μορφήν ἀνανεωμένη, τό πρότυπό τῆς μεθόδου συγκεντρώσεως τοῦ γνωστικοῦ ὑλικοῦ καί τῆς περαιτέρω ἀξιοποιήσεώς του μέ τήν ἔρευνα. Παρά τίς ἐπαναστατικές ἀλλαγές πού ἔχουν ἐν τῷ μεταξύ ἐπέλθει, πού συμβάλλουν στήν εὐχερέστερη καί πληρέστερη διεύρυνση τοῦ γνωστικοῦ ὁρίζοντος τοῦ σημερινοῦ χρήστη, καί τῶν ὁποίων ἄφθονη, ἄν ὄχι ἀποκλειστική θά ἐπιβληθεῖ ἡ χρήση στό νεοσύστατο ἵδρυμα, ἡ ἀνασύσταση τῆς βιβλιοθήκης ἐγέννησε κύμα ἐνθουσιασμοῦ ἀνά τόν κόσμο. Σέ κάθε χώρα συνεστήθη καί μία ἑταιρεία Φίλων τῆς Νέας Ἀλεξανδρινῆς Βιβλιοθήκης, γιά τήν παροχή βοηθείας πρός ἐπίσπευση τῆς ἀνεγέρσεως τοῦ κτηρίου της στήν Ἀλεξάνδρεια καί πρός ταχύτερον ἐμπλουτισμό της. Ἡ ἰδέα ἦταν ἀδιανόητο νά ἀφήσει ἀσυγκίνητο τό ἑλληνικό πνευματικό κοινό πού βλέπει νά ἀναγνωρίζεται, μέ τόν τρόπον αὐτόν, ἡ καίρια συνεισφορά τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος στόν παγκόσμιο πολιτισμό. Οἱ Φίλοι τῆς Ἀλεξανδρινῆς Βιβλιοθήκης στήν Ἑλλάδα, πέραν τῆς φροντίδας τους γιά ἐμπλουτισμό τοῦ νέου ἱδρύματος, συμπαρίστανται σ’αὐτό μέ τήν ἐκ μέρους τους δωρεά (α) ἑνός ἀγάλματος τοῦ ἐκπολιτιστῆ κοσμοκράτορος Μεγάλου Ἀλεξάνδρου,(β) ἑνός μνημείου πού θά συμβολίζει τῆς ἑλληνιστικές του καταβολές καί (γ) μιᾶς προτομῆς τοῦ Δημητρίου τοῦ Φαληρέως, πρώτου ὁραματιστῆ τοῦ ἀρχαίου αὐτοῦ ὀρθώματος.
Ε.ΜΟΥΤΣΟΠΟΥΛΟΣ
ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΤΗΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΝΗΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ
Μέ την ἵδρυση τῶν ἑλληνιστικῶν κρατῶν ἀπό τούς διαδόχους τοῦ Μ. Ἀλεξάνδρου ἑδραιώθηκε ἡ πολιτική κυριαρχία τῶν Ἑλλήνων στή Μικρά Ἀσία, στή Μέση Ἀνατολή καί μέχρι τίς δυτικές παρυφές τῶν Ἰνδιῶν, καθώς καί στήν Αἴγυπτο. Ἡ κυριαρχία αὐτή, μεταξύ ἄλλων, ἐκδηλώθηκε καί ἀναπαρήχθη μέ τόν σχεδιασμό καί τήν ἐφαρμογή μιᾶς πολιτιστικῆς πολιτικῆς ἡ ὁποία προώθησε τόν ἐξελληνισμό τῆς Ἀνατολῆς μέ τή διάδοση τῶν γραμμάτων καί τήν ἀνάπτυξη τῆς ἐπιστημονικῆς ἔρευνας. Ἡ πολιτιστική αὐτή πολιτική στήν ἑλληνιστική Αἴγυπτο ὑλοποιήθηκε μέ τήν ἵδρυση, στήν Ἀλεξάνδρεια μέ τήν πρωτεύουσα τοῦ κράτους, τοῦ Μουσείου ἀπό τόν βασιλέα Πτολεμαῖο Α΄,τόν Σωτήρα (322-285π.Χ) καί τῆς Βιβλιοθήκης ἀπό τόν Πτολεμαῖο Β΄ τόν Φιλάδερφο (285-246π.Χ.)
Τό Μουσεῖον Ἀλεξανδρείας
Μέ τόν ὅρο “Μουσεῖο”, στήν Ἑλλάδα κατά τήν ἀρχαιότητα δηλωνόταν ἕνα κέντρο λατρείας τῶν Μουσῶν, δηλαδή τῶν ἐννέα θεοτήτων πού ἦσαν ὑπεύθυνες γιά τήν καλλιέργεια τῶν γραμμάτων καί τῶν τεχνῶν, ἐπαγωγικά ὅμως καί τῶν ἐπιστημῶν. Τά μουσεῖα ἦταν ἱερά μέ βωμό, ἀνοικτές στοές, περιβόλους καί ἐγκαταστάσεις μελέτης καί ἐνδιαιτήματος ὅσων διέμεναν σ’αὐτά ἐπιδιδόμενοι στήν ἐπιστημονική ἔρευνα. Πρότυπα γιά τό Μουσεῖον Ἀλεξανδρείας ὑπῆρξαν ἡ Ἀκαδημία τοῦ Πλάτωνος καί τό Λύκειο τοῦ Ἀριστοτέλους. Ὁ ἀθηναῖος φιλόσοφος καί πολιτικός, Δημήτριος ὁ Φαληρεύς, μαθητής τοῦ Ἀριστοτέλους, θεωρεῖται ὁ κύριος εἰσηγητής γιά τήν ἵδρυση, ἀπό τούς Πτολεμαίους, τοῦ Μουσείου καί γιά τήν ὀργάνωση τῆς συνδεόμενης πρός αὐτό Βιβλιοθήκης. Τό Μουσεῖον Ἀλεξανδρείας ὑπῆρξε τό ἀρχαιότερο στόν κόσμο κρατικό κέντρο ἔρευνας στίς θεωρητικές καί στίς ἐφηρμοσμένες ἐπιστῆμες, καί ἀπετέλεσε, μέ τόν συνδυασμό ἔρευνας καί διδασκαλίας,τό πρότυπο γιά ἀνάλογα ἱδρύματα τῆς Ἀρχαιότητος καί γιά τίς ἀκαδημίες καί τά πανεπιστήμια τοῦ Μεσαίωνος, ἕως καί τήν Ἀναγέννηση. Γιά τήν πλερέστερη ἀνάπτυξη τῆς ἔρευνας στό Μουσεῖον, συγκροτήθηκαν ἀστεροσκοπεῖο καί ἀνατομικό ἐργαστήριο, δημιουργήθηκε ζωολογικός κῆπος μέ σπάνια ἐξωτικά ζῶα καί ἱδρύθηκε βιβλιοθήκη, ἡ μετέπειτα γνωστή ὡς Βιβλιοθήκη τῆς Ἀλεξάνδρειας. Σύμφωνα μέ τόν Στράβωνα (XVII, 793 c),τό Μουσεῖον Ἀλεξανδρείας ἀποτελοῦσε τμῆμα τῶν πτολεμαϊκῶν ἀνακτόρων. Διέθετε “…περίπατον καί ἐξέδραν καί οἶκον μέγαν, ἐν ᾧ τό συσσίτιον τῶν μετεχόντων τοῦ Μουσείου φιλολόγων ἀνδρῶν…” καί “χρήματα κοινά…” τά ὁποῖα διαχειριζόταν “ὁ ἱερεύς ὁ ἐπί τῷ Μουσείῳ τεταγμένος…”, προκειμένου νά καλύπτωνται οἱ δαπάνες λειτουργίας τοῦ ἱδρύματος. Τά μέλη τοῦ Μουσείου, οἱ “θιασῶται”, δηλαδή οἱ λατρευτές τῶν Μουσῶν, σιτίζονταν δωρεάν, εἶχαν ὑψηλόν μισθό, “σύνταξιν”, ἄμεση φορολογική ἀτέλεια καθώς καί ἔμμεση ἀπαλλαγή ἀπό συμμετοχή σέ δημόσιες χορηγίες, προκειμένου νά ἐπιδίδωνται ἀπερίσπαστοι στήν ἀνάπτυξη τῶν ἐπιστημῶν. Ἡ ἐπιδίωξη αὐτή καί τά πρός αὐτήν συνδεόμενα προνόμια τῶν λογίων τοῦ Μουσείου καί τῆς Βιβλιοθήκης προεκάλεσαν τή δηκτική παρουσίασή τους ἀπό τόν κυνικό φιλόσοφο καί σιλλογράφο Τίμωνα τόν Φλειούσιο, (περίπου 320-230π.Χ.):”πολλοί μέν βόσκονται ἐν Αἰγύπτῳ πολυφύλῳ βιβλιακοί χαρακίται ἀπείριτα δηριόωντες Μουσέων ἐν ταλάρῳ”(Σίλλοι, ἀπ. LX). Μέ τήν δηκτική αὐτή παρουσίαση ὑποδηλώνονται ἡ συστηματική ἐνασχόληση τῶν Ἀλεξανδρινῶν λογίων στήν ἔρευνα καί στή γραπτή τεκμηρίωσή της, ἡ ποικιλία τῶν ἐρευνητικῶν τους ἐνδιαφερόντων καί ἡ ἀπόστασή τους ἀπό τόν μέσο ἄνθρωπο τῆς ἑλληνιστικῆς καί ἀργότερα τῆς ἑλληνορωμαϊκῆς περιόδου, ἀπόσταση πού προεκλήθη ἀπό τήν “καθ’ ἕξιν φύσιν” πρός τήν ἔρευνα αὐτή. Τά “Συμπόσια”,κατά τά ὁποῖα οἱ “ἐνστατικοί” ἔθεταν τό πρός διερεύνηση πρόβλημα καί οἱ “λυτικοί” ἐπιχειροῦσαν τήν ἀνάλυση καί τήν ἐρμηνεία του, ἀποτελοῦν τό ἀρχαῖο πρότυπο διοργανώσεως συνεδρίων γιά τήν προαγωγή τῆς τεκμηριωμένης γνώσεως.
Ἡ Βιβλιοθήκη τῆς Ἀλεξάνδρειας
Ἡ Βιβλιοθήκη τῆς Ἀλεξάνδρειας διακρινόταν σέ δυό ἐπιμέρους βιβλιοθῆκες.Ἡ πρώτη, πού ὀνομαζόταν “ἡ ἐντός” ἤ “τοῦ Βρουχείου” ἤ “Βασιλική” ἤ “τοῦ Μουσείου”. Πρόσβαση καί μελέτη σ’αὐτήν εἶχαν μόνο τά μέλη τοῦ Μουσείου καί οἱ ἀνώτατοι κρατικοί ἀξιωματοῦχοι τῶν Πτολεμαίων. Ἡ δεύτερη ὀνομαζόταν “ἡ ἐκτός” ἤ “Ρακῶτις”,ἤ “ἡ τοῦ Σεραπείου”, εὑρίσκετο στόν τομέα τῆς πόλεως ὁ ὁποῖος ἐκατοικεῖτο κυρίως ἀπό Αἰγυπτίους. Ἀποτελοῦσε συνέχεια τοῦ ναοῦ τοῦ θεοῦ Σεράπιος, ἦταν μεταγενέστερη καί θυγατρική της πρώτης, καί ἡ πρόσβαση καί ἡ μελέτη σ’αὐτήν ἦταν ἀκώλυτες γιά ὅλους. Τό Μουσεῖον, ἡ Βιβλιοθήκη “ἡ τοῦ Μουσείου” καί τό “Σῶμα” τοῦ Ἀλεξάνδρου, δηλαδή ὁ ἱερός χῶρος ταφῆς καί ἐπίσημης λατρείας τοῦ Ἀλεξάνδρου ὡς θεοῦ, ἦσαν ἐντεταγμένα στό ἀνακτορικό συγκρότημα τῶν Πτολεμαίων. Μέ τήν συνίδευση αὐτήν φαίνεται πώς οἱ Πτολεμαῖοι προέβαλλαν τή λατρεία τοῦ Ἀλεξάνδρου ἀπό τόν ὁποῖον προερχόταν ἡ ἐξουσία τους, ἐδήλωναν τή νομιμότητά της καί ἐπεδίωκαν τή διασφάλισή της μέ τήν κατοχή καί τήν ἀξιοποίηση τῆς γνώσης. Ἡ ἔκταση καί ἡ ὑλοποίηση τῆς ἐπιδιώξεως αὐτῆς γίνονται φανερές ἀπό τό γεγονός ὅτι “Πτολεμαῖος ὁ Λάγου…τήν ὑπ’αὐτοῦ κατασκευασμένην βιβλιοθήκην ἐν Ἀλεξανδρείᾳ κοσμῆσαι τοῖς πάντων ἀνθρώπων συγγράμασιν ὅσα γε σπουδαῖα ὑπῆρχεν”(Εὐσεβίου, Ἱστορία Ἐκκλησιαστική,V 8,11).Ὁ συνολικός ἀριθμός τῶν βιβλίων καί στίς δυό βιβλιοθῆκες ὑπερέβαινε τίς 500.000.Ἡ βιβλιοθήκη “ἤ τοῦ Μουσείου” διέθετε 400.000 “συμμιγεῖς ἤ συμμείκτους βίβλους” καί 90.000 “ἀμιγεῖς ἤ ἁπλᾶς βίβλους”,ἡ ἀντίστοιχή “του Σεραπείου”,42.800″βίβλους”.”Βίβλοι ἁπλαί” ἦσαν τά βιβλία ὅπου ἐπραγματεύετο ἕνα θέμα, καί ἀποτελοῦσαν αὐτοτελῆ συγγράμματα. Ἀντίθετα,”βίβλοι συμμιγεῖς”, ἦσαν κύλινδροι μέ περισσότερα βιβλία ὅπου ἐπραγματεύοντο εἴτε τό ἴδιο θέμα εἴτε θέματα διαφορετικά.
Βιβιλιοθηκονομία
Ἡ διαίρεση τῶν συγγραμμάτων σέ βιβλία ἐπεβλήθη ἀπό τούς φιλολόγους τῆς Ἀλεξανδρινῆς Βιβλιοθήκης. Τά μεγάλα βιβλία διαιρέθηκαν σέ μικρότερους κυλίνδρους, ὥστε κάθε βιβλίο νά περιλαμβάνεται σ’ἕνα μόνο μικρόν κύλινδρο μέ ἀριθμημένους στίχους. Κάθε στίχος εἶχε ἔκταση περίπου ἑνός ἑξαμέτρου, δηλαδή 16-17 συλλαβῶν ἤ 36 γραμμάτων. Τά βιβλία αὐτά κατασκευάζονταν ἀπό πάπυρο ἤ ἀπό περγαμηνή, ἦσαν τοποθετημένα μέσα σέ κυλινδρικές θῆκες καί φυλάσσονταν σέ ξύλινα ράφια εὑρισκόμενα στίς ὀρθογώνιες κόγχες τῶν τοίχων. Οἱ συγγραφεῖς τῶν ἔργων εἶχαν κατανεμηθεῖ σέ κατηγορίες, σύμφωνα πρός ὁμοειδῆ γνωστικά ἀντικείμενα, καί σέ συγκεκριμένες κόγχες, μέ τήν ἀντίστοιχη ἔνδειξη.
Ὀργάνωση καί Λειτουργία
Γιά τήν προστατευτική μόνωση τῆς βιβλιοθήκης ἀπό τήν ὑγρασία πού ἀποσυνέθετε τόν πάπυρο καί τήν περγαμηνή, πιθανώτατα δεύτερος τοῖχος περιέβαλλε τίς ἐξωτερικές πλευρές τοῦ οἰκοδομήματος, μέ κενό τό μεσότοιχο διάστημα. Γιά τήν ἀκριβῆ ἀρχιτεκτονική μορφή τοῦ οἰκοδομήματος τῆς Βιβλιοθήκης δέν ὑπάρχουν ἐπαρκῆ στοιχεῖα. Ὁ μέγας ἀριθμός τῶν τόνων τῆς βιβλιοθήκης ὀφειλόταν στή συλλογή καί στή διάσωση ἔργων ἑλλήνων καί “βαρβάρων”, στήν ὕπαρξη διπλῶν καί τριπλῶν ἀντιγράφων, ἀπαραίτητων γιά τή σύνταξη κριτικῶν ἐκδόσεων,τήν ἐξακρίβωση τῆς αὐθεντικότητας τοῦ ἔργου,καί τόν δανεισμό τῶν βιβλίων, πού ἐπιτρεπόταν μόνο ἀπό τή βιβλιοθήκη τοῦ Σεραπείου. Ἡ ὀργάνωση, ὁ συνεχής ἐμπλουτισμός καί ἡ ἀπρόσκοπτη λειτουργία καί τῶν δυό βιβλιοθηκών ἀπετέλεσαν κύριο μέλημα τῆς πολιτικῆς τῶν Πτολεμαίων. Ἡ ἐπιδίωξη αὐτή διεμορφώθη ἀπό τόν Ἀθηναῖο φιλόσοφο καί πολιτικό Δημήτριο τόν Φαληρέα ὁ ὁποῖος, μέ ἀγορές καί ἀντιγραφές,”…ἅπαντα τά κατά τήν οἰκουμένην βιβλία”(Ἀριστέου,Ἐπιστολή,9-10),” …δαπάναις βασιλικαῖς…., εἰς Ἀλεξάνδρειαν συνήθροισεν…”, (Τζέτζη,Προλεγόμενα εἰς Ἀριστοφάνους Πλοῦτον). Στίς συλλογές αὐτές περιλαμβάνονταν, ἐκτός ἀπό τό σύνολο τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γραμματείας,καί “…τά τῶν Ἰουδαίων νόμιμα…”(Ἀριστέου,Ἐπιστολή,9-10),τά ὁποῖα μεταφράστηκαν, ἀπετέλεσαν τό ἑλληνικό κείμενο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί συνέβαλαν στήν ὄσμωση τοῦ ἑλληνικοῦ καί τοῦ ἑβραϊκοῦ πνεύματος, μέ τίς γνωστές συνέπειες στήν ἐξέλιξη τῆς ἱστορίας καί τοῦ πολιτισμοῦ. Ἄς προστεθῆ ὅτι ἔρευνες γιά τήν ἀνεύρεση βιβλίων διεξάγονταν ἀκόμα καί στά πλοῖα:τά πρωτότυπα ἀποτελοῦσαν ἀντικείμενο κατασχέσεως, καί στούς ἰδιοκτῆτες ἐχορηγοῦντο ἀντίγραφα.
Βιβλιοθηκάριοι
Ὁ διευθυντής τῆς βιβλιοθήκης διοριζόταν ἀπό τόν βασιλέα, καί πιθανόν ἔφερε τόν τίτλο τοῦ “βιβλιοθηκάριου”. Ἡ σπουδαιότης τοῦ ἀξιώματος αὐτοῦ δηλώνεται ἀπό τό γεγονός ὅτι ὁ ἑκάστοτε διευθυντής τῆς Βιβλιοθήκης ἀνελάμβανε τήν διαπαιδαγώγηση καί τήν ἐκπαίδευση τῶν βασιλοπαίδων καί τοῦ διαδόχου τοῦ θρόνου τῆς πτολεμαϊκῆς Αἰγύπτου.Ἐνδεικτικῶς ἀναφέρονται τά ὀνόματα τοῦ Ζηνόδοτου (285-270),τοῦ Ἐρατοσθένους (284-200),τοῦ Ἀπολλωνίου (270-245) καί τοῦ Ἀριστάρχου τοῦ Σαμόθρακος (175-145). Μέ τή Βιβλιοθήκη καί τό Μουσεῖο τῆς Ἀλεξανδρείας συστηματοποιήθηκαν ἡ καταγραφή, ἡ ἀνάλυση καί ἡ ἐπεξεργασία τῆς ἑλληνικῆς γραμματείας, ἀναπτύχθηκε ἡ ἐπιστήμη τῆς φιλολογίας, καί τό βιβλίο κατέστη ὄργανο προαγωγῆς τῆς ἔρευνας καί τῆς τεκμηριώσεως, ἀλλά καί τῆς ἀναπαραγωγῆς καί τῆς διαδόσεως τῆς γνώσεως.
Οἱ Φιλόλογοι τῆς Ἀλεξανδρινῆς Βιβλιοθήκης
Στούς διαπρεπέστερους φιλολόγους τῆς Ἀλεξανδρινῆς Βιβλιοθήκης συγκαταλέγονται οἱ ἀκόλουθοι:
-Φιλητᾶς ὁ Κῶος (περίπου 300π.Χ.), συντάκτης τοῦ πρώτου ἐπιστημονικοῦ περιοδικοῦ Ἄτακτα.
-Ζηνόδοτος ὁ Ἐφέσιος (325-260 π.Χ.), πρῶτος βιβλιοθηκάριος. Διεξήγαγε τήν πρώτη ταξινόμηση καί κριτική διόρθωση τῶν βιβλίων, ἐθελίωσε ἐπιστημονικῶς τήν ὁμηρική φιλολογία, συνέγραψε τήν πρώτη κριτική ἔκδοση τοῦ Πινδάρου πού ὑπομνημάτισε τή Θεογονία τοῦ Ἡσιόδου
-Καλλίμαχος ὁ Κυρηναῖος (περίπου 310-240 π.Χ.), συντάκτης τοῦ καταλόγου τῶν βιβλίων τῶν δύο βιβλιοθηκῶν τῆς Ἀλεξανδρείας, συγγραφεύς περισσότερων τῶν 800 βιβλίων.
-Ἐρατοσθένης ὁ Κυρηναῖος (περίπου 284-200 π.Χ.), ἱδρυτής τῆς ἐπιστημονικῆς γεωγραφίας,τῆς τοπογραφίας,τῆς χρονογραφίας καί τῆς χρονολογίας. Στό ἔργο του «Περί ἀναμετρήσεως τῆς γῆς» ἠσχολήθη στήν μέτρηση τοῦ ὄγκου τῆς γῆς. Τά πορίσματα τῶν μετρήσεων αὐτῶν προσήγγιζαν τήν πραγματικότητα. Καθωδήγησαν τόν Χριστόφορο Κολόμβο στήν ἀναζήτηση τῆς «ἄγνωστης ἠπείρου» πρός Δυσμᾶς.
-Ἀριστοφάνης ὁ Βυζάντιος (περίπου 275-180 π.Χ.), θεμελιωτής τῆς φιλολογικῆς ἐπιστήμης, ἱδρυτής τῆς ἐπιστημονικῆς λεξικογραφίας.Ἐξέδωκε τόν Ὅμηρο, τούς λυρικούς καί τούς τραγικούς ποιητάς, καθώς καί τόν Ἀριστοφάνη.
-Ἀρίσταρχος ὁ Σαμόθραξ(περίπου 215-145π.Χ.)Ἐκωδικοποίησε τή φιλολογική κριτική τῶν ἀρχαίων κειμένων.
Το Πρότυπο τῆς Ἀλεξανδρινῆς Βιβλιοθήκης υἱοθετεῖται ἀπό τήν Βυζαντινή Κωνσταντινούπολη
Ἡ Βιβλιοθήκη “ἡ τοῦ Μουσείου” ἀπετέλεσε τό πρότυπο γιά τήν ἵδρυση καί τήν ὀργάνωση, ἀλλά καί τό κέντρον ἐφοδιασμοῦ, μεταξύ ἄλλων, καί τῆς δημόσιας Βασιλικῆς Βιβλιοθήκης καί τοῦ ἀντιγραφικοῦ ἐργαστηρίου, πού ἱδρύθηκαν στήν Κωνσταντινούπολη τό 357, ἀπό τόν αὐτοκράτορα Κωνστάντιο Β΄.Ἡ σημασία τοῦ γεγονότος αὐτοῦ καθίσταται φανερή ἀπό τό ὅτι ἡ Βασιλική Βιβλιοθήκη παρεῖχε τήν ὑποδομή γιά τήν ἀνάπτυξη καί τήν λειτουργία τοῦ πανεπιστημίου τῆς Μαγναύρας στήν Κωνσταντινούπολη, ἀπό τούς πρώτους βυζαντινούς χρόνους ὥς τήν Ἅλωση. Χάρη στό πανεπιστήμιο αὐτό διατηρήθηκαν οἱ κλασικές σπουδές. Ἡ μετακίνηση τῶν σπουδῶν αὐτῶν στή Δύση ἐπροκάλεσε τήν Ἀναγέννηση.
Τά αἴτια τῆς καταστροφῆς τῆς Βιβλιοθήκης
Κατά τήν πολιορκία τῆς Ἀλεξάνδρειας ἀπό τόν Καίσαρα,τό 47 π.Χ. μεγάλο τμῆμα τῆς Βιβλιοθήκης τοῦ Μουσείου κατεστράφη, ἀπό πυρκαγιά.Γιά τήν ἀναπλήρωση τῶν ἀπωλειῶν ὁ Ἀντώνιος, τό 41π.Χ., μετέφερε στήν Ἀλεξάνδρεια τήν Βιβλιοθήκη τῆς Περγάμου.Ἡ Βιβλιοθήκη τοῦ Σεραπείου ὑπέστη ἐκετεταμένες καταστροφές τό 272. Προφανῶς κατόπιν τοῦ διατάγματος τοῦ αὐτοκράτορος Θεοδοσίου (391), μέ τό ὁποῖον ἀπαγορευόταν ἡ λειτουργία ἱερῶν καί ἱδρυμάτων τῆς ἀρχαίας θρησκείας, ἡ βιβλιοθήκη αὐτή κατεστράφη ὁλοσχερῶς ἀπό ζηλωτάς μοναχούς.Ἡ ἐναπομείνασα Βιβλιοθήκη τοῦ Μουσείου κατεστράφη τό 642, μέ τήν ἀραβική κατάκτηση τῆς βυζαντινῆς Αἰγύπτου.Ἡ κατάκτηση αὐτή ἐμπνεόταν ἀπό τήν ἰδεολογία τοῦ ἱεροῦ ἰσλμαικοῦ πολέμου τῶν Ἀράβων κατά τῶν ἀπίστων, (τζιχάντ), καί πιθανόν στήν ἰδεολογία αὐτήν νά ὀφείλεται ἡ τελική καταστροφή τῆς Ἀλεξανδρινῆς Βιβλιοθήκης.
Νεώτεροι ἐρευνητές ὑποστηρίζουν ὅτι, μέ τήν ὁριστική καταστροφή τῆς βιβλιοθήκης αὐτῆς, χάθηκαν τά 4/5 τῆς Ἀρχαίας Ἑλληνικῆς Γραμματείας.